αποτέμνω

αποτέμνω
(AM ἀποτέμνω)
κόβω, αποκόπτω, αποχωρίζω
αρχ.-μσν.
(-ομαι) ευνουχίζομαι
αρχ.
Ι. 1. (με γεωγρ. σημασία) χωρίζω, διαιρώ
2. (για συζήτηση) απομονώνω, θέτω χωριστά
II. (-ομαι)
1. αποχωρίζω κάτι από την κοινή χρήση, αφιερώνω, καθιερώνω
2. αποχωρίζω για δική μου χρήση, αποσπώ
3. φρ. «ἀποτέμνω βαλάντια» — κλέβω πορτοφόλια, είμαι πορτοφολάς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀποτέμνω — cut off pres subj act 1st sg ἀποτέμνω cut off pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτεμοῦσιν — ἀποτέμνω cut off aor part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἀποτέμνω cut off fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric) ἀποτέμνω cut off fut ind act 3rd pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτετμημένα — ἀποτέμνω cut off perf part mp neut nom/voc/acc pl ἀποτετμημένᾱ , ἀποτέμνω cut off perf part mp fem nom/voc/acc dual ἀποτετμημένᾱ , ἀποτέμνω cut off perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτέμνεσθε — ἀποτέμνω cut off pres imperat mp 2nd pl ἀποτέμνω cut off pres ind mp 2nd pl ἀποτέμνω cut off imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτέμνῃ — ἀποτέμνω cut off pres subj mp 2nd sg ἀποτέμνω cut off pres ind mp 2nd sg ἀποτέμνω cut off pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποταμνόμενον — ἀποτέμνω cut off pres part mp masc acc sg ἀποτέμνω cut off pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποταμόντα — ἀποτέμνω cut off aor part act neut nom/voc/acc pl ἀποτέμνω cut off aor part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτεμεῖ — ἀποτέμνω cut off fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) ἀποτέμνω cut off fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτεμεῖν — ἀποτέμνω cut off aor inf act (attic epic doric) ἀποτέμνω cut off fut inf act (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτεμνομένων — ἀποτέμνω cut off pres part mp fem gen pl ἀποτέμνω cut off pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”